Τον Ιούλιο του 2011, τα θεσμικά όργανα της ΕΕ άρχισαν νέο κύκλο διαπραγματεύσεων για το δημοσιονομικό πλαίσιο. Το επόμενο πλαίσιο θα καθορίσει τις δημοσιονομικές προτεραιότητες της ΕΕ για το διάστημα 2014-2020. Οι διαπραγματεύσεις αναμένεται να περατωθούν μέχρι το τέλος του 2012. Έτσι θα μπορέσει να τεθεί σε ισχύ το 2014, μετά την έκδοση της σχετικής νομοθεσίας.
Για την περίοδο 2007-2013, η χώρα μας θα χρηματοδοτηθεί συνολικά με το ποσό των 20,4 δισ. ευρώ. Στην Ελλάδα, όλες οι περιφέρειες χρηματοδοτούνται από τον στόχο της Σύγκλισης, εκτός αυτών της Στερεάς Ελλάδας και Νοτίου Αιγαίου που είναι Περιφέρειες της «στατιστικής σταδιακής εισόδου» και χρηματοδοτούνται μόνο από τον 2ο στόχο, της Περιφερειακής Ανταγωνιστικότητας διότι, σύμφωνα με τον κανονισμό των διαρθρωτικών ταμείων, έχουν κατά κεφαλήν ΑΕΠ μικρότερο του 75% του μέσου όρου της Ε.Ε. των 25, αλλά μεγαλύτερο του 75% του μέσου όρου της Ε.Ε. των 15 χωρών-μελών (στοιχεία 2006).
Επιπλέον, οι Περιφέρειες της Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας και Αττικής ανήκουν στις «Περιφέρειες στατιστικής σταδιακής εξόδου», που είναι οι περιφέρειες με μεταβατική χρηματοδότηση, λόγω του γεγονότος ότι το κατά κεφαλή ΑΕΠ σε αυτές είναι άνω του 75% του μέσου όρου της Ε.Ε. των 25 αλλά μικρότερο του 75% του μέσου όρου της Ε.Ε. των 15 (στοιχεία 2006).
Από τις βασικές ιδέες, που παρουσιάστηκαν στην αρχή της διαβούλευσης για τη νέα πολιτική συνοχής 2014-2020, είναι η διασύνδεση της χρηματοδότησης με συγκεκριμένους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020″ (ανάλογα με το ύψος της χρηματοδότησης και ο αριθμός των στόχων που θα επιλεγούν να υποστηριχθούν από το κάθε κράτος-μέλος), τη σύνδεση των πληρωμών με συγκεκριμένες συνθήκες, όπως είναι οι αλλαγές στη δημόσια διοίκηση. Η αρχιτεκτονική της νέας πολιτικής συνοχής στηρίζεται αποκλειστικά στο αναπτυξιακό μοντέλο της «Ευρώπης 2020″.
Σημαντικό νέο στοιχείο διαφοροποίησης του νέου σχεδιασμού, που αλλάζει όλα τα δεδομένα για την Ελλάδα, είναι το μοντέλο προσδιορισμού των περιφερειών. «Όπως συμβαίνει σήμερα, η υποστήριξη θα διαφοροποιείται μεταξύ των περιφερειών με βάση το επίπεδο της οικονομικής τους ανάπτυξης (που μετράται ως κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ), με σαφή διαχωρισμό μεταξύ «λιγότερο» και «περισσότερο» ανεπτυγμένων περιφερειών. Για να γίνει πιο ομαλή η μετάβαση μεταξύ αυτών των δύο κατηγοριών και να εξασφαλιστεί η δικαιότερη μεταχείριση των περιφερειών με παρόμοιο επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης, θα μπορούσε να τεθεί το ερώτημα της αντικατάστασης του σημερινού συστήματος σταδιακής εξόδου και σταδιακής εισόδου από ένα απλούστερο σύστημα με μια νέα ενδιάμεση κατηγορία περιφερειών. Σε αυτή την κατηγορία θα περιλαμβάνονται και οι περιφέρειες που επί του παρόντος είναι επιλέξιμες βάση του στόχου «σύγκλισης», αλλά το ΑΕγχΠ τους είναι υψηλότερο από το 75% του ενωσιακού μέσου όρου σύμφωνα με τις τελευταίες στατιστικές» (συμπεράσματα έκθεσης πολιτικής συνοχής 2014-2020).
Συνεπώς για πέντε περιφέρειες της Ελλάδας, μετά το 2013, θα ισχύσει το νέο σύστημα της ενδιάμεσης περιφέρειας.
Στα συμπεράσματα της 5ης έκθεσης συνοχής της Ε.Ε. υπάρχουν σημαντικές επισημάνσεις για την ανάπτυξη των περιφερειών, όπως:
α. Οι διαφορές μεταξύ των περιφερειών της Ε.Ε. έχουν μικρύνει (διαφορές ως προς το κατά κεφαλή ΑΕΠ), β. οι περισσότερο αναπτυγμένες περιφέρειες τώρα είναι πιο ανεπτυγμένες λόγω του ότι έγιναν περισσότερο καινοτόμες και διαθέτουν πιο καταρτισμένο προσωπικό.
Έτσι, στο πλαίσιο του νέου πολυετούς χρηματοδοτικού πλαισίου ο προϋπολογισμός για τα διαρθρωτικά ταμεία παραμένει ο ίδιος στα επίπεδα 2013-2017 (αφού αναπτύχθηκαν οι περιφέρειες!). Οι μεγάλοι χαμένοι είναι οι περιφέρειες σε μετάβαση, οι ενδιάμεσες περιφέρειες που θα χρηματοδοτηθούν με μόλις 38,9 δισ. ευρώ, δηλ. 29 περιφέρειες και ολόκληρη η Κύπρος (αφού όλη η χώρα έχει χαρακτηριστεί με περιοχές «σταδιακής εισόδου» και άρα θα μπουν στην κατηγορία των «ενδιάμεσων περιφερειών»). Έτσι, για την Ελλάδα και για τις πέντε περιφέρειες που θα βρεθούν στο καθεστώς των «ενδιάμεσων περιφερειών», η συνολική χρηματοδότηση υπολογίζεται ότι μπορεί να μην ξεπερνά τα 3,5 δισ. (τιμές 2011), όταν για την τρέχουσα περίοδο μόνο η Περιφέρεια Αττικής έχει συνολικό προϋπολογισμό από την κοινοτική συμμετοχή 2,4 δισ. ευρώ.
Με δεδομένα προ κρίσης η κατανομή στην Ελλάδα
Οι επιμέρους προϋποθέσεις που προτείνει η Κομισιόν και εισάγονται για πρώτη φορά δημιουργούν νέα δεδομένα για την κοινοτική χρηματοδότηση της χώρας μας.
Κατ’ αρχάς, στις προτάσεις της η Κομισιόν για τον καθορισμό του βιοτικού επιπέδου, δηλαδή του κατά κεφαλήν εισοδήματος των περιφερειών, δεν λαμβάνει πλήρως υπόψη τη μεγάλη ύφεση στην Ελλάδα την τελευταία τετραετία που συρρίκνωσε το ΑΕΠ. Την περίοδο 2009-2011 το ΑΕΠ υποχώρησε περίπου 14 μονάδες στη χώρα μας, ποσοστό που φέτος θα φτάσει αθροιστικά το 20%. Ωστόσο, η Επιτροπή λαμβάνει για τον καθορισμό του πλούτου κάθε περιφέρειας την τριετία 2008-2010 και όχι το 2011 και το 2012, που στην Ελλάδα σημειώθηκε η μεγαλύτερη υποχώρηση του ΑΕΠ. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι όσο λιγότερες φτωχές περιφέρειες έχει στα χαρτιά μια χώρα τόσο λιγότερα χρήματα παίρνει.
Το δεύτερο αρνητικό στοιχείο είναι η εισαγωγή των κυρώσεων κατά των χωρών που δεν τηρούν τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής. Μέχρι τώρα κινδύνευαν με διακοπή των χρηματοδοτήσεων μόνο από το Ταμείο Συνοχής. Στο εξής η διακοπή των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων θα αφορά όλα τα διαρθρωτικά ταμεία, δηλαδή το σύνολο των χρηματοδοτήσεων. Με άλλα λόγια, η δημοσιονομική πειθαρχία- με πρόταση της Γερμανίας- θα αποτελεί προϋπόθεση και για τη χορήγηση των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων.
Ένα τρίτο πρόβλημα που θα πρέπει να αντιμετωπίσει η χώρα μας έχει να κάνει με την πρόταση που προβλέπει ότι σε κανένα κράτος-μέλος οι κοινοτικές χρηματοδοτήσεις δεν θα μπορούν να ξεπερνούν το 2,5% του ΑΕΠ τη στιγμή που στην Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια οι κοινοτικές χρηματοδοτήσεις κάλυπταν μέχρι και το 4% του ΑΕΠ. Μάλιστα, μετά την τεράστια υποχώρηση του ΑΕΠ στην Ελλάδα, το ποσοστό των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων επί του ΑΕΠ είναι αδύνατο να μην ξεπερνάει το 2,5%. Σύμφωνα με την πρόταση αυτή η χώρα μας θα υποστεί σημαντικές απώλειες πόρων.
Το μόνο θετικό, που προτείνει η Κυπριακή Προεδρία, είναι οι χώρες που υλοποιούν προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής να έχουν μια ιδιαίτερη μεταχείριση στο θέμα της συγχρηματοδότησης των προγραμμάτων. Αυτό θα γίνεται μέσω μιας αύξησης της τάξης του 10% του ποσοστού της κοινοτικής συγχρηματοδότησης, χωρίς να τροποποιείται το συνολικό ποσό που θα λαμβάνουν στη διάρκεια της επταετίας.